Ο όρος 'extractor hood' παραπέμπει στον όρο 'hood'. Θα τον βρείτε σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω γραμμές.'extractor hood' is cross-referenced with 'hood'. It is in one or more of the lines below.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
hood n (head covering on garment)κουκούλα ουσ θηλ
 Seth put on his hood when it started to rain.
 Ο Σεθ έβαλε την κουκούλα του όταν άρχισε να βρέχει.
hood n US (part covering car's engine)καπό ουσ ουδ άκλ
 Jaime looked under the hood to see if she could see what the problem with her car was.
 Η Τζέιμι κοίταξε κάτω από το καπό να δει εάν μπορούσε να αντιληφθεί, ποιο ήταν το πρόβλημα με το αυτοκίνητό της.
hood,
extractor hood
n
(cooker: vent)απορροφητήρας ουσ αρσ
 The hood broke at Ken's house and the whole place was full of greasy smoke.
 Ο απορροφητήρας χάλασε στο σπίτι του Κεν και όλος ο τόπος είχε γεμίσει με βρωμερό καπνό.
hood n US, slang, abbreviation (neighbourhood: ghetto, inner city)γειτονιά ουσ θηλ
  τα μέρη μου έκφρ
 Jim is from the hood - you don't mess with him.
 This is our hood, so get lost!
hood suffix (noun: denotes group)-ότητα επίθημα
Σχόλιο: Δεν ισχύει για κάθε περίπτωση.
 For example: brotherhood
 Για παράδειγμα: αδελφότητα.
hood suffix (noun: denotes state)-οσύνη, -ότητα επίθημα
Σχόλιο: Δεν ισχύει για κάθε περίπτωση.
 For example: bachelorhood
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
hood n (covering)κάλυμμα ουσ ουδ
  (π.χ. αυτοκινήτου)κουκούλα ουσ θηλ
 There was a hood over the pipe that had to be removed before the workers could continue building.
hood n dated, abbreviation, slang (hoodlum)αλήτης, κακοποιός ουσ αρσ
  τραμπούκος ουσ αρσ
 I hope the cops catch those hoods!
hood [sb/sth] vtr (put head covering on)βάζω κουκούλα σε κπ/κτ έκφρ
 It may be necessary to hood your horse if it gets very nervous.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
car hood (US),
car bonnet (UK)
n
(part covering car's engine)καπό ουσ ουδ άκλ
  (κατά λέξη)καπό αυτοκινήτου φρ ως ουσ ουδ
chemical hood n (lab ventilation device)απορροφητήρας χημικών αναθυμιάσεων, απαγωγός χημικών αναθυμιάσεων περίφρ
fur hood n (head covering with pelt)κουκούλα με γούνα περίφρ
  γούνινη κουκούλα επίθ + ουσ θηλ
 My new parka has a fur hood so now I'm ready for arctic weather.
kitchen range hood n (cooker: vent)απορροφητήρας ουσ αρσ
 Grease from frying builds up and hardens on kitchen range hoods.
range hood n US (vent for steam from a cooker)απορροφητήρας ουσ αρσ
Red Riding Hood,
Little Red Riding Hood
n
(fairytale character)Κοκκινοσκουφίτσα ουσ θηλ κύρ
 The wolf disguised itself as Red Riding Hood's grandmother.
Robin Hood n (legendary hero outlaw)Ρομπέν των Δασών φρ ως ουσ αρσ κύρ
Robin Hood n figurative ([sb] who robs the rich to help the poor)Ρομπέν των Δασών φρ ως ουσ αρσ κύρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση extractor hood στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «extractor hood».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!